ΚΥΠΡΙΑΚΟ - ΓΟΡΔΙΟΣ ΔΕΣΜΟΣ
Όπως είπε και ο Μέγας Αλέξανδρος όταν ήρθε αντιμέτωπος με τον γόρδιο δεσμό, ό,τι δεν λύνεται κόβεται.
Αν το κυπριακό πρόβλημα δεν λυθεί τότε θα κοπεί. Ήδη, πάνω στο έδαφος της Κύπρου έχουν αποτυπωθεί με βαθιές χαρακιές τα σημεία πάνω στα οποία θα αποκοπεί. Εξού και η αγωνία η δική μας για τη σύντομη επίλυσή του. Ιστορικά η πράσινη γραμμή ή η γραμμή κατάπαυσης του πυρός του πολέμου του 1974 χαράζει το σημείο αποκοπής του κυπριακού προβλήματος. Με την πάροδο του χρόνου τσιμεντώνεται αυτή η αποκοπή, αλλά όπως αποδεικνύει η ιστορία της ανθρωπότητας δεν υπάρχουν άλυτα προβλήματα. Υπάρχουν προβλήματα που είτε επιλύονται με την πάροδο μιας–δύο γενεών από τους ανθρώπους που τα δημιούργησαν ή και υπάρχουν προβλήματα που πεθαίνουν ταυτόχρονα με τις γενιές που τα δημιούργησαν.
Για να έρθουμε στη σημερινή πραγματικότητα στην Κύπρο, υπάρχουν ως πραγματικά δεδομένα δύο διαφορετικές κοινωνίες. Μια κοινωνία που δρα και υπάρχει νότια της πράσινης γραμμής και μια κοινωνία που δρα και υπάρχει βόρεια της πράσινης γραμμής. Και οι δύο κοινωνίες έχουν δικές τους κρατικές και πολιτειακές δομές. Και οι δύο δομές είναι αληθινές και πραγματικές και όχι ψευδείς και έχουν τις δικές τους νομικές διαβαθμίσεις αναγνώρισης από τη Διεθνή Κοινότητα. Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι πλήρως αναγνωρισμένη ως ανεξάρτητο Κράτος και η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου είναι αναγνωρισμένη ως υποτελέςκράτος της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Περαιτέρω, ακούγεται η θέση ότι το κυπριακό πρόβλημα είναι πρόβλημα εισβολής και κατοχής και θα πρέπει να επανατοποθετηθεί πάνω σε αυτή του τη βάση. Χαριτολογώντας θα έλεγα ότι αυτή είναι μια ψευδοθέση, γιατί είναι μόνο η μισή αλήθεια η οποία αποσιωπά το γεγονός ότι το κυπριακό είναι, τουλάχιστον στη σημερινή του φάση,πρόβλημα πραξικοπήματος, εισβολής και κατοχής γιατί αυτό είναι που έγινε τον Ιούλιο του 1974. Της τούρκικης εισβολής του Ιουλίου προηγήθηκε η ελλαδική πραξικοπηματική εισβολή της 15ης του Ιούλη του 1974. Στην Κύπρο τότε συγκρούστηκαν δύο τοπικοί επεκτατισμοί. Ο επεκτατισμός της Ελλάδας, ο οποίος με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974 προσπαθούσε μέσω της Ένωσης να προσαρτήσει την Κύπρο στην Ελλάδα και ο επεκτατισμός της Τουρκίας. Πέραν από το συναίσθημα, ένα παραμένει ως αδιαφιλονίκητο γεγονός. Ο τουρκικός επεκτατισμός νίκησε κατά κράτος τον ελληνικό. Οι Έλληνες το έβαλαν στα πόδια και έκτοτε οι Έλληνες της Κύπρου μιλούν για προδοσία, μια προδοσία όμως για την οποία δεν εντοπίστηκαν προδότες εφόσον κανένας δεν τιμωρήθηκε.
Η πραγματικότητα για όσους έζησαν πριν το 1974 ήταν ότι το Κυπριακό δεν ήταν πρόβλημα εισβολής και κατοχής αλλά πρόβλημα Ανεξαρτησίας ή Ένωσης. Η Κυπριακή Βουλή ψήφισε ομόφωνα υπέρ της Ένωσης το 1967, παρόλο που αυτό ερχόταν σε κάθετη σύγκρουση με το Σύνταγμα βάσει του οποίου είχε εκδοθεί η Κυπριακή Δημοκρατία και σε μια πιο φαιδρή νότα στον κυπριακό Τύπο η ποδοσφαιρική Εθνική ομάδα της Κύπρου αποκαλείτο Μικτή Κύπρου και όχι Εθνική Κύπρου γιατί δήθεν η Κύπρος δεν ήταν έθνος και δεν μπορούσε να διατηρεί Εθνική ομάδα αλλά μόνο Μικτή. Τελικά, η μόνη Ένωση που κατάφεραν να πετύχουν οι Έλληνες της ΕΟΚΑ ήταν η Ένωση του κυπριακού με το ελληνικό ποδόσφαιρο με τρόπο που το κυπριακό πρωτάθλημα να θεωρείται είδος δεύτερης κατηγορίας για το ελληνικό πρωτάθλημα. Γι' αυτό και η πρωταθλήτρια Κύπρου συμμετείχε στο ελληνικό πρωτάθλημα πρώτης κατηγορίας.
Φυσικά, έχει ο καιρός γυρίσματα και η ιστορία επαναλαμβάνεται είτε ως τραγωδία είτε ως κωμωδία και σήμερα οι μεγαλύτεροι «υπερασπιστές» της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και του κυπριακού κράτους είναι οι ενωτικοί μιας άλλης γενιάς.
Οι συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού προχωρούν. Για τις άρχουσες τάξεις των δύο κρατών υπάρχουν πραγματικά και φανταστικά προβλήματα. Το πρωταρχικό πραγματικό πρόβλημα είναι ο διαμοιρασμός της κρατικής εξουσίας,και αυτό φαίνεται να έχει επιλυθεί σε μεγάλο βαθμό παρόλο που υπάρχει πάντα πιθανότητα να υποτροπιάσει λόγω φανταστικών προβλημάτων ή προβλημάτων που άμα τη επίλυση του Κυπριακού θα διαφανεί ότι δεν ήταν και τόσο σοβαρά. Ως τέτοια είναι το εδαφικό και το περιουσιακό. Το περιουσιακό είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα αναγνώρισης του δικαιώματος της ιδιοκτησίας με κάποιους πρακτικούς περιορισμούς, το οποίο και αυτό φαίνεται να είναι κοντά σε λύση. Φυσικά το θέμα της ιδιοκτησίας περιλαμβάνει και το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης στην ιδιοκτησία ενός ατόμου.Πρόκειται, όμως, για ένα δικαίωμα ατομικό το οποίο στην πράξη δεν φαίνεται ότι θα δημιουργήσει ιδιαίτερο πρόβλημα. Και ο λόγος είναι απλός:Αν πάρουμε ένα συγκεκριμένο παράδειγμα, αν π.χ. ο Α έχει ιδιόκτητο σπίτι στο Λευκόνοικο αλλά ως Ελληνοκύπριος πρόσφυγας είναι εγκατεστημένος και εργάζεται στη Λευκωσία όπου εργάζεται η σύζυγός του και έχει παιδιά που φοιτούν σε σχολεία στη Λευκωσία,το σενάριο ότι με τη λύση του Κυπριακού θα επιθυμεί να εγκατασταθεί στην κατοικία του στο Λευκόνοικο είναι ουτοπικό και πρακτικά αδύνατον να γίνει. Οι κοινωνίες που υπάρχουν στο νησί δεν θα μεταβληθούν, είτε το θέλει κάποιος είτε όχι, τόσο εύκολα απλώς και μόνο με την επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχει ελευθερία εγκατάστασης ή ότι θα υποστηρίζαμε κάτι τέτοιο, ιδιαίτερα γιατί οποιοσδήποτε περιορισμός στην ελευθερία του ατόμου θα ήταν ενάντια στις αρχές ενός σοσιαλιστή. Αυτό όμως δεν είναι κάτι που πρέπει να μας ανησυχεί ιδιαίτερα στα αρχικά στάδια της λύσης, γιατί άμα λυθεί το Κυπριακό και άμα παγιωθεί η λύση τέτοια θέματα θα φαίνονται γελοία στις μετέπειτα γενιές, είτε αυτοί είναι Ελληνοκύπριοι είτε Τουρκοκύπριοι.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις εδαφικές αναπροσαρμογές. Τα σημερινά όρια μιας επαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι μια ανεπαίσθητη λεπτομέρεια την οποία κανένας πολίτης δεν λαμβάνει υπόψη ούτε και προκαλεί ιδιαίτερη αίσθηση εάν κάποιο έδαφος ανήκει στην επαρχία Λάρνακας, Λεμεσού ή Λευκωσίας. Σε περίπτωση λύσης του Κυπριακού, η οποία θα τύχει εφαρμογής και θα λειτουργήσει, το πού θα ανήκει εδαφικά κάποια κοινότητα ή περιοχή, με την πάροδο του χρόνου θα είναι εξίσου ανεπαίσθητο με το αν για παράδειγμα το Ζύγι βρίσκεται στην επαρχία Λάρνακας ή Λεμεσού.
Καταληκτικά, οι σημερινές εκκρεμότητες που υπάρχουν στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος όσον αφορά στο εδαφικό και το περιουσιακό δεν είναι εκκρεμότητες ουσιαστικών θεμάτων, αλλά μάλλον εκκρεμότητες πίσω από τις οποίες υπάρχουν άλλα θέματα για τα οποία οι άρχουσες τάξεις αυτού του τόπου ανταγωνίζονται. Το θέμα είναι ότι για εμάς αυτοί οι ανταγωνισμοί δεν πρέπει να παίζουν κανένα ρόλο στην επιθυμία μας για επίλυση του Κυπριακού.
Καθήκον των Ε/κύπριων και Τ/κύπριων εργαζομένων είναι να κτίσουν τη δική τους ενότητα στη βάση των κοινών τους συμφερόντων ως η μοναδική εγγύηση για μια βιώσιμη λύση που θα βάλει τέρμα στους αστικούς ανταγωνισμούς.
Μάριος Γεωργίου